Ξενοδοχείο

 

Ο Δημοσθένης Παπαδάτος-Αναγνωστόπουλος γράφει για τις αποθήκες ανθρώπων που βαφτίζονται «ξενοδοχεία»

 

Μερικές φορές, τα σοβαρότερα πράγματα λέγονται μεταξύ σοβαρού και αστείου ή ως μαύρο χιούμορ. Μόνο ως τέτοιο χιούμορ, σαρκαστικό και κατάμαυρο, ακούγεται το να λες “ξενοδοχείο” μιαν αποθήκη ανθρώπων
Στα κρατητήρια του Αστυνομικού Τμήματος του Ελληνικού βρίσκονται αυτή τη στιγμή 110 μετανάστες. Είναι όλοι τους άνδρες από χώρες της Ασίας και της Αφρικής, και όλοι τους βρίσκονται εκεί με την κατηγορία της παράνομης εισόδου στη χώρα. Άλλος είναι εκεί γιατί εξέπνευσε η προσθεσμία που του έδιναν τα πρώτα έγγραφα, άλλος γιατί πιάστηκε από την αστυνομία την ώρα που κοιμόταν – καθένας, τέλος πάντων, με τη δική του ιστορία.
Στην περίπτωσή τους, αυτό το “καθένας” είναι σχήμα λόγου. Οι μετανάστες βρίσκονται στα κρατητήρια στοιβαγμένοι σε κελιά για 15-18 άτομα, κατά κανόνα όμως το κελί το μοιράζονται περισσότεροι. Κοιμούνται σε τσιμεντένια κρεβάτια, και στην ερώτηση αν έχουν στρώματα ή μαξιλάρια βάζουν τα γέλια. Φυσικά και δεν έχουν. Κοιμούνται ανά δύο ή στο πάτωμα, με τη θερμοκρασία να ξεπερνάει τους 40 βαθμούς, και βγαίνουν έξω ένα μισάωρο την ημέρα. Οι τρεις από τις τέσσερις ντουζιέρες είναι χαλασμένες, σαπούνι δεν υπάρχει, τα ρούχα πλένονται με νερό και οι κρατούμενοι κυκλοφορούν στο κελί ημίγυμνοι. Οι αστυνομικοί λένε ότι οι καλοκαιρινοί μήνες είναι συνήθως οι μήνες των εξεγέρσεων.
Δυνατότητα ενασχόλησης με τον “καθένα” -τα προβλήματα υγείας που δημιουργούνται στις συνθήκες αυτές ή τα προϋπάρχοντα που επιδεινώνονται, τις προθεσμίες κράτησης και τις όποιες ιδιαίτερες ανάγκες-, απλά δεν υπάρχει. Σε 110 ανθρώπους αντιστοιχεί ένας και μόνο γιατρός, κι αυτός από Μη Κυβερνητική Οργάνωση. Σε αντίθεση, δηλαδή, με όσα υποστηρίζει η διακομματική ακροδεξιά, από το Λοβέρδο μέχρι τους ποινικούς που “κοσμούν” εσχάτως τα κοινοβουλευτικά έδρανα, δεν είναι οι μετανάστες που επιβαρύνουν το εθνικό σύστημα υγείας, αλλά αυτό το τελευταίο που, καθώς από εθνικό μετατρέπεται σε ατομικό και ιδιωτικό, δείχνει για όλους, μετανάστες και έλληνες, το δρόμο της “μη κρατικής” ενδεχομενικής επιβίωσης.
Αν το “καθένας” είναι σχήμα λόγου, αυτό σημαίνει ότι το κράτος δικαίου και το κράτος πρόνοιας, που ισχύουν για όλους και για τον καθένα ξεχωριστά, απλά δεν υφίστανται. Διανύουμε μια εποχή στην οποία ο καπιταλισμός δεν ομογενοποιεί μόνο τα εμπορεύματα, αφαιρώντας τους τις επιμέρους ιδιότητές τους, ούτε μόνο το ανθρώπινο εμπόρευμα, την ικανότητα για εργασία. Η ομογενοποίηση και η αφαίρεση αφορούν πια την ίδια την ιδιότητα που κάνει τους ανθρώπους μετόχους δικαιωμάτων. Βρισκόμαστε αισίως στο 2012, και ταυτόχρονα όλο και πιο πίσω από τη συνθήκη της νεωτερικότητας.
Μερικές φορές, τα σοβαρότερα πράγματα λέγονται μεταξύ σοβαρού και αστείου ή ως μαύρο χιούμορ. Μόνο ως τέτοιο χιούμορ, σαρκαστικό και κατάμαυρο, ακούγεται το να λες “ξενοδοχείο” αυτή την αποθήκη ανθρώπων. Με τι τη συγκρίνουν άραγε οι “ξενοδόχοι”-αστυνομικοί; Τι μπορεί να είναι χειρότερο από ένα κελί που μυρίζει από απόσταση και που στην είσοδό του σε υποδέχονται μύγες;
***
Παραδόξως ή όχι, το κύριο εδώ δεν είναι η αστυνομία. Αν το στοίβαγμα 110 ανθρώπων σε μια αποθήκη ψυχών μες το κατακαλόκαιρο ήταν εξαίρεση στον κανόνα μιας σοβαρής (δηλαδή δίκαιης και αποτελεσματικής) μεταναστευτικής πολιτικής, ίσως το μείζον να ήταν η διοικητική επάρκεια και γενικά η καταλληλότητα των αστυνομικών. Στις συνθήκες αυτές, ωστόσο, αυτό που κυρίως κρίνεται είναι άλλο. Αυτό που κρίνεται, αφορά την ανάθεση εξ ολοκλήρου της μεταναστευτικής πολιτικής σε μια αστυνομία που άλλα πρέπει να κάνει και με άλλα να ασχοληθεί – και που ωστόσο έχει επωμιστεί -χωρίς υποδομές, πόρους και εκπαίδευση- σχεδόν κάθε πτυχή του κοινωνικού ζητήματος. Το αποτέλεσμα είναι η προσχώρηση των στελεχών της στη διαχείριση της αθλιότητας, στο αναπόφευκτο “και μη χειρότερα”, και ενίοτε στον κυνισμό, την παραίτηση και το ρατσισμό.
Το κρίσιμο, λοιπόν, είναι να σταματήσει επιτέλους η ανάγνωση του μεταναστευτικού ως ζητήματος νόμου και τάξης – ως ζητήματος, δηλαδή, που εναπόκειται αποκλειστικά στη δικαιοδοσία των μηχανισμών καταστολής. Η αντίληψη αυτή εγγυάται με βεβαιότητα τον περαιτέρω εκφασισμό της αστυνομίας και της κοινωνίας, για δύο λόγους. Ο πρώτος λόγος είναι ότι οι αστυνομικοί μετατρέπονται, βάσει του ισχύοντος πολιτικού (μη) σχεδιασμού, σε κυνηγούς κεφαλών μεταναστών – διεκπραιωτές και εκτελεστικά όργανα μαζικών διώξεων και εγκλεισμού ανθρώπων, που βάσει νόμων, διεθνών συνθηκών, έλλειψης πόρων, αλλά και λόγω αξεπέραστων δυσκολιών σε επίπεδο σχέσεων με κατεστραμμένα κράτη-χώρες προέλευσης, είναι αδύνατο, και επί μακρόν να κρατηθούν, και στις χώρες απ΄όπου προέρχονται να επιστρέψουν. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι, κάνοντας αυτά, οι αστυνομικοί δεν έχουν απλά να χειριστούν μια κατάσταση που τους υπερβαίνει (και που πρέπει να διευθετηθεί με διεθνείς πρωτοβουλίες, αλλά και ειδικό σχεδιασμό: εμπλοκή της τοπικής αυτοδιοίκησης, ΜΚΟ και άλλων φορέων)΄ κοντά σε αυτά, διεκπειραιώνοντας δηλαδή μία μη πολιτική, εκ των πραγμάτων αφήνουν το κυρίως έργο τους στους αυτόκλητους υπερασπιστές γιαγιάδων στα ΑΤΜ.
Είμαι από τους εξαιρετικά επιφυλακτικούς όσον αφορά τις συγκρίσεις της τρέχουσας συγκυρίας με αυτήν της μεσοπολεμικής Βαϊμάρης. Όμως, ένα από τα μαθήματα που στις συγκρίσεις αυτές αποσιωπάται συνήθως, είναι ο ρόλος της διοίκησης στο καθεστώς αυτό, αλλά και αμέσως μετά, στο διάδοχό του. Καλούμενο να χειριστεί ένα κράτος πρόνοιας όλο και πιο ασθενικό (και μάλιστα για τους ίδιους τους γερμανούς…), το διοικητικό προσωπικό, και δη αυτό που δεν συνδεόταν με την καθ΄έξιν αντιδημοκρατική πρωσική νομενκλατούρα, λειτούργησε ως πυλώνας του εκφασισμού της γερμανικής κοινωνίας – συμβάλλοντας στον κατακερματισμό της, αποκοπτόμενο όλο και πιο ριζικά από τις ανάγκες και τα αδιέξοδά της, μετατρεπόμενο σε έναν τεράστιο μηχανισμό φακελώματος και διώξεων “υπόπτων” και “ανεπιθύμητων”. Εν έτει 2012, μακριά δηλαδή απ΄όλα αυτά τα κατάμαυρα, οι πολιτικοί προϊστάμενοι της ελληνικής διοίκησης είναι καιρός να σταματήσουν να παίζουν με τη φωτιά.
Πηγή: Αυγή

λέξεις κλειδιά:

ένα σχόλιο

  1. Ο/Η Ευα λέει:

    Aχ και να ταν μονο αυτο το τμημα…υπαρχουν πόσα και πόσα ακόμα…

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

κατηγορίες