Η δικτατορία της 4ης Αυγούστου 1936

Ο Μεταξάς υποδέχεται στην Αθήνα τον ναζί Γκαίμπελς, στις 20 Σεπτεμβρίου 1936

«η αυτοκρατορία ήταν η μόνη δυνατή μορφή διακυβέρνησης σε μια εποχή που η αστική τάξη είχε χάσει πια την ικανότητα να κυβερνά το έθνος και η εργατική τάξη δεν είχε ακόμα αποκτήσει αυτή την ικανότητα»
– Κ. Μαρξ

Το Γενάρη του 1936, έγιναν βουλευτικές εκλογές με απλή αναλογική. Πρώτο κόμμα αναδείχτηκε το «Λαϊκό Κόμμα» του Τσαλδάρη, που εξέλεξε 143 βουλευτές, ενώ το κόμμα των «Φιλελευθέρων» του Σοφούλη εξέλεξε 142.

Το «Παλλαϊκό Μέτωπο» (συνεργασία ΚΚΕ – ΑΚΕ), έβγαλε 15 έδρες. Μονοκομματική κυβέρνηση δεν μπορούσε να αναδειχτεί. Ετσι, ο Σοφούλης, άρχισε επαφές με τον Τσαλδάρη, αλλά δεν επιτεύχτηκε συνεργασία.

Μπροστά σ’ αυτήν την κατάσταση, ο Ι. Μεταξάς, σε συνεργασία με τον Εγγλέζο πρεσβευτή Ουάτερλοου, το Παλάτι, με αστούς πολιτικούς (των «Λαϊκών» και των «Φιλελευθέρων»), προετοιμάζουν το έδαφος για εγκαθίδρυση δικτατορίας.

Με βάση το «Σύμφωνο Σοφούλη – Σκλάβαινα», το «Παλλαϊκό Μέτωπο» θα έδινε ψήφο ανοχής στην κυβέρνηση Σοφούλη και στο προεδρείο της Βουλής, ενώ η κυβέρνηση θα ακύρωνε αναδρομικά τη διάταξη του εκλογικού νόμου, που αφαιρούσε τα εκλογικά δικαιώματα όσων είχαν καταδικαστεί με το «Ιδιώνυμο», θα καταργούσε τις επιτροπές ασφάλειας, θα έδινε αμνηστία σ’ όλους τους πολιτικούς κρατούμενους, τους εξόριστους, θα διέλυε τις φασιστικές οργανώσεις, θα καθιέρωνε πάγιο εκλογικό σύστημα την απλή αναλογική, θα μείωνε την τιμή του ψωμιού, θα απαγόρευε την προσωποκράτηση για οφειλές προς το Δημόσιο μέχρι 3.000 δρχ., θα προχωρούσε στην εφαρμογή της Κοινωνικής Ασφάλισης, και θα καθιέρωνε 5χρονο χρεοστάσιο χωρίς όρους για τα χρέη των αγροτών σε τράπεζες και ιδιώτες.

Ολο αυτό το χρονικό διάστημα, υπήρχε η υπηρεσιακή κυβέρνηση Δεμερτζή, που στις αρχές Μάρτη 1936 τοποθέτησε στο υπουργείο Στρατιωτικών τον Ι. Μεταξά. Στο μεταξύ, ο Ελευθέριος Βενιζέλος από το Παρίσι είχε στείλει επιστολή, που υποστήριζε δικτατορική λύση, σαν τη μόνη δυνατή λύση της πολιτικής κρίσης, δηλαδή των δυσκολιών για δημιουργία κυβέρνησης. Τελικά, η εντολή σχηματισμού κυβέρνησης ανατέθηκε από τον Γεώργιο τον Β’ στον Δεμερτζή, που στις 14 Μάρτη σχημάτισε τη δεύτερη κυβέρνησή του. Σ’ αυτήν την κυβέρνηση, ο Μεταξάς έγινε αντιπρόεδρος, ενώ παρέμεινε και υπουργός των Στρατιωτικών και της Αεροπορίας.

Σε αυτές τις συνθήκες, στελέχη και των δύο αστικών παρατάξεων διατυπώνουν απόψεις υπέρ μιας δικτατορικής «λύσης» ή εκφράζουν το «θαυμασμό» τους στα πρόσωπα του Μουσολίνι και του Χίτλερ. Ας σταχυολογήσουμε τα εξής χαρακτηριστικά:

Στις 5 Μάρτη του ’33 ενώ έβγαιναν τα αποτελέσματα των βουλευτικών εκλογών, ο Ν. Πλαστήρας είπε στον Ελευθέριο Βενιζέλο: «Χάνουμε τας Αθήνας! Θα γίνουν ταραχές, συλλήψεις βενιζελικών, δολοφονίες και Κύριος οίδε τι άλλο! Γι’ αυτό εγώ σκέπτομαι να πάω στους συνοικισμούς, να εξεγείρω τους πρόσφυγας και να τους φέρω εις την πόλιν για να ζητήσουν εγκαθίδρυσιν δικτατορίας. Θα κάμουμε ό,τι και στην Ιταλία, που, χάρις, στο φασισμό, προοδεύει.»

Απαντώντας ο Βενιζέλος προέβη σε διάφορες φιλοφρονήσεις για το Μουσολίνι: «Η Ιταλία επήγαινε καλά, διότι εκεί υπήρχε δικτάτωρ. Εγώ δε νομίζω, αγαπητέ φίλε στρατηγέ Πλαστήρα, ότι είσαι ικανός να κάμης τον δικτάτορα ως ο Μουσολίνι. Οχι μόνον δεν είσαι ικανός, αλλά δεν έχεις και την πλειάδα, τας εκατοντάδας των εκλεκτών συνεργατών του Μουσολίνι!»

Ο Μεταξάς, σε συνέντευξη που παραχώρησε στην «Καθημερινή» στις 6 Γενάρη του ’34 είπε: «Συνεπώς δι’ ημάς τους Ελληνας, το πρόβλημα δεν είναι πώς θα μείνωμεν εις τον κοινοβουλευτισμόν, αλλά διά ποίας θύρας θα εξέλθωμεν εξ αυτού. Διά τας θύρας του κομμουνισμού ή διά τας θύρας του εθνικού κράτους» ενώ στις 3 Οκτώβρη της ίδιας χρονιάς είπε στη Βουλή ότι «η λύσις του πολυπλόκου ελληνικού πολιτικού και κοινωνικού προβλήματος ουδόλως δύναται πλέον να επιτευχθή διά της συνεχίσεως εφαρμογής κοινοβουλευτικών μεθόδων».

Ο Γ. Κονδύλης, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα του Ναζιστικού Κόμματος της Γερμανίας «Λαϊκός Παρατηρητής», στις 7 Απρίλη ’34 δήλωνε: «Ο κοινοβουλευτισμός είναι ανίκανος να κυβερνήσει. (…) Το σύστημα διευθύνσεως του Χίτλερ είναι μια θαυμάσια ιδέα η οποία πρέπει να αποβή καρποφόρος».

Ο Γεώργιος Παπανδρέου -που τον είπαν και «γέρο της δημοκρατίας»- έγραψε στην «Καθημερινή», την 1η Ιούλη του ’34: «Πιστεύω ότι η Δικτατορία ημπορεί εις ωρισμένας περιστάσεις να αποτελέση ιστορικήν ανάγκην δι’ έναν τόπον. Οταν την επιβάλλη ο υπέρτατος νόμος της σωτηρίας της Πατρίδος».

Στις 13 Απρίλη πέθανε ο Δεμερτζής. Ο βασιλιάς όρισε πρωθυπουργό τον Ι. Μεταξά. Τον όρκισε το ίδιο απόγευμα, δίχως να πάρει τη γνώμη της Βουλής! Παρ’ όλ’ αυτά όλα τα αστικά κόμματα έδωσαν ψήφο εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση Μεταξά! Μόνο οι βουλευτές του «Παλλαϊκού Μετώπου» την καταψήφισαν, όπως και οι Γ. Παπανδρέου, Κ. Βλαχοθανάσης και Ανδρ. Δενδρινός. Υπήρξαν και 4 αποχές. Τα «υπέρ» ήταν 241 ψήφοι.

Στις 30 Απρίλη, η Βουλή ενέκρινε ψήφισμα, με το οποίο διέκοπτε τις εργασίες της για πέντε μήνες μέχρι τις 30 Σεπτέμβρη. Αλλά δεν τις ξανάρχισε, αφού στις 4 Αυγούστου 1936 κηρύχτηκε η δικτατορία.

Στις 4 Αυγούστου του 1936, ο πρωθυπουργός Ιωάννης Μεταξάς ενημέρωνε το λαό με διάγγελμά του, που δημοσιεύτηκε στην «Εφημερίδα της Κυβερνήσεως» και τοιχοκολλήθηκε στους δρόμους της Αθήνας και του Πειραιά πως «η Κυβέρνησις (…) προέβη, τη εγκρίσει της Αυτού Μεγαλειότητος του Βασιλέως εις την κήρυξιν του Στρατιωτικού Νόμου καθ’ άπασαν την χώραν, και την διάλυσιν της Βουλής»

Ο λόγος που επέβαλε αυτήν την απόφαση, σύμφωνα με τον Μεταξά, ήταν η πεποίθηση της κυβέρνησης ότι «βρίσκεται στα πρόθυρα οργανωμένης κινήσεως προς ανατροπήν του κοινωνικού καθεστώτος» από τους κομμουνιστές.

Πίσω από την προπαγάνδα της δικτατορίας, κρύβονταν πραγματικές ανάγκες της αστικής τάξης της χώρας. Απ’ τη μια η ανάγκη για θωράκιση και σταθερότητα του αστικού πολιτικού συστήματος, η ανάγκη για μια κυβέρνηση που θα εφάρμοζε μια πολιτική πυγμής, με αποφασιστικότητα και χωρίς καθυστερήσεις και θα έδινε «διέξοδο» στις ενδοαστικές αντιθέσεις.

Απ’ την άλλη, όταν μιλούσαν για «κομμουνιστικό κίνδυνο», γνώριζαν πως δεν απειλούνταν άμεσα από το κίνημα της εργατικής τάξης, επιθυμούσαν όμως μια κυβέρνηση που θα έβαζε στην άκρη τον λαϊκό παράγοντα, που θα τσάκιζε το λαϊκό κίνημα. Υπήρχαν επίσης σημαντικά γεγονότα, με κορυφαία την εξέγερση του λαού της Θεσσαλονίκης τον Μάη του ’36, τα οποία δυσκόλευαν τις κινήσεις και τους χειρισμούς της αστικής τάξης.

Ο ίδιος ο Μεταξάς, σε ομιλία του, αφού είχε επιβληθεί η δικτατορία, τον Νοέμβρη του ’38 έλεγε χαρακτηριστικά: «Και είναι δι’ εμέ απορίας άξιον εάν δεν εγνώριζαν πως εις τα 1936 όταν η φορά των πραγμάτων και η θέλησις του Βασιλέως με έφεραν τον Απρίλιον εις την εξουσίαν, πως λέγω τότε, αντί να εξαναστούν εκείνοι που ενόμιζαν ότι ο κοινοβουλευτισμός είναι η μόνη σωτηρία της χώρας, διότι ήξευραν καλά τας σκέψεις μου, τα σχέδια και τας ιδέας μου, αντί, λέγω να εξαναστούν, να με καταψηφίσουν και να με κάμουν να φύγω εκ της εξουσίας, μου έδωκαν όλοι ομόθυμον την εμπιστοσύνην εις την τότε υπάρχουσαν Βουλήν».

Τα πράγματα είναι έτσι ακριβώς όπως τα περίεγραφε ο δικτάτορας. Τα αστικά κόμματα έδωσαν ψήφο εμπιστοσύνης στον Μεταξά γνωρίζοντας ότι επιθυμούσε την κατάργηση του κοινοβουλευτισμού. Γι’ αυτό και δεν έμειναν μόνο στην ψήφο εμπιστοσύνης αλλά στις 30 Απρίλη δέχτηκαν και τη διακοπή της λειτουργίας της Βουλής ως τις 30 Σεπτέμβρη!

Σχεδόν σύσσωμος ο αστικός Τύπος τάχθηκε στο πλευρό της δικτατορίας. Ορισμένες εφημερίδες μάλιστα είχαν ταχθεί υπέρ της επιβολής της προτού εκδηλωθεί (π.χ. «Καθημερινή», «Εστία», «Ελεύθερον Βήμα»).

Με την αρθρογραφία του, ο αστικός Τύπος ενίσχυε την προπαγάνδα για τους λόγους επιβολής της δικτατορίας, αλλά ταυτόχρονα αποκάλυπτε και τις πραγματικές επιδιώξεις της αστικής τάξης.

Ο Μεταξάς υποδέχεται στην Αθήνα τον ναζί Γκαίμπελς, στις 20 Σεπτεμβρίου 1936
Το «Εθνος» την 5η Αυγούστου ’36 βγήκε με τίτλο: «Η κυβέρνησις έλαβε δραστικά μέτρα προς την περιφρούρησιν του αστικού καθεστώτος», ενώ ο Γεώργιος Βλάχος εκδότης της «Καθημερινής» έγραφε, στις 7 Αυγούστου ’36: «Η από της παρελθούσης Τρίτης επιβληθείσα νέα τάξις πραγμάτων εις την Ελλάδα, δεν ευρίσκει απλώς σύμφωνον την εφημερίδα αυτήν. Την ευρίσκει εν μέρει υπεύθυνον. Διότι από μακρού χρόνου η εφημερίς αυτή συνέστησε και ηυχήθη όπως έλθη ημέρα, κατά την οποίαν το κράτος του κοινοβουλευτισμού και των ελευθεριών αντικαταστήση, έστω και προς καιρόν, νέον κράτος επιβολής και αυστηρότητος».

Η «Εστία» ήταν ακόμα πιο αποκαλυπτική, αφού έγραφε πως η επιβολή της δικτατορίας «δεν δύναται βεβαίως να χαρακτηρισθή ως απροσδόκητος», στη συνέχεια περίγραφε την κατάσταση αστάθειας του αστικού πολιτικού συστήματος λόγω των ενδοαστικών αντιθέσεων. Εγραφε η εφημερίδα: «Δεν πρόκειται μόνον περί της χρεωκοπίας του κοινοβουλευτισμού, ανίκανου και εις άλλας χώρας του κόσμου να ανταποκριθή προς τας πολλαπλασιασθείσας ανάγκας του κρατικού οργανισμού, χρεωκοπίας, η οποία επεδεινώθη από την αισχράν κομματικήν φαυλοκρατίαν και από τον αιματηρόν πολλάκις εσωτερικόν διχασμόν. Πρόκειται κυρίως περί της βαθμιαίας εξουδετερώσεως του Κράτους, ως έννοιας επιβαλλούσης τον σεβασμόν, την εκτίμησιν και δι’ αυτής την τάξιν, την κοινωνικήν ευρυθμίαν, την πρόοδο της χώρας και την ευημερία του Λαού».

Η ανάγκη της απρόσκοπτης προώθησης των συμφερόντων της αστικής τάξης υπογραμμίζονταν και στην εφημερίδα «Ακρόπολις»: «Το κύριον χαρακτηριστικόν του (σ.σ. του καθεστώτος της δικτατορίας) είναι η απόλυτος και απεριόριστος εξουσία. Καμμιά αντίδραση, κανένα πρόσκομμα, κανένα εμπόδιον, τυπικόν ή ουσιαστικόν, δεν περιορίζει την εξουσίαν αυτήν και δεν αντιτάσσεται εις αυτήν. (…) Ημπορεί να εργασθή απερίσπαστος, ανενόχλητος, με όλας της τας δυνάμεις».

Δουλέψτε όλη μέρα για ψίχουλα και μη μας φέρνετε αντιρρήσεις, ούτε να ζητάτε καλύτερες συνθήκες, ωράρια, μισθούς. Η Κίνα έτσι έγινε υπερδύναμη, διότι εμείς οι καπιταλιστές αυτές τις συνθήκες θέλουμε για να προοδεύσουμε. Τσιμουδιά λοιπόν.
Οι συνθήκες για το εργατικό και το κομμουνιστικό κίνημα στην Ελλάδα είχαν δυσκολέψει από τα σκληρά αντιδραστικά κατασταλτικά μέτρα της κυβέρνησης Βενιζέλου, ειδικά ενάντια στο ΚΚΕ, κυρίως μετά το διαβόητο νόμο για το «Ιδιώνυμο». Η διεθνής οικονομική κρίση χτύπησε και την ελληνική οικονομία. Η βιομηχανική παραγωγή, σε σύγκριση με το 1928, μειώθηκε το 1931 κατά 14,8%. Η αξία της αγροτικής παραγωγής, από 11 δισ. δρχ. το 1929, έπεσε στα 5 δισ. δρχ. το 1931. Οι εξαγωγές σταφίδας και καπνού μειώθηκαν κατά 30% την ίδια περίοδο, ενώ οι άνεργοι από 50.000 το 1929, έφτασαν τις 200.000 το 1931. Η άρχουσα τάξη σ’ αυτές τις συνθήκες ενισχύει τη διαπλοκή της με το ξένο κεφάλαιο, κυρίως το εγγλέζικο, και έχουμε ένταση της διείσδυσής του στην Ελλάδα.

Στα χρόνια της 4ης Αυγούστου, μέσω της έντασης της εκμετάλλευσης των εργαζομένων αλλά και της άμεσης κρατικής παρέμβασης στην οικονομία (δημόσια έργα κτλ.) αυξήθηκε σημαντικά η καπιταλιστική κερδοφορία.

Ταυτόχρονα, προχώρησε σημαντικά η συγκέντρωση και συγκεντροποίηση του κεφαλαίου και η σύμφυση του τραπεζικού με το βιομηχανικό κεφάλαιο. Ενδεικτικό είναι το εξής στοιχείο: Μονάχα μια τράπεζα (Τράπεζα Αθηνών) κατείχε το 15% όλων των ανώνυμων εταιρειών της χώρας.

Η αστική τάξη στήριξε ανοιχτά τη δικτατορία με τον Μποδοσάκη, την Εθνική Τράπεζα, την Τράπεζα Αθηνών, την «Πάουερ», τον Λαναρά, την Εταιρεία Λιπασμάτων του Κανελλόπουλου, τους καπνέμπορους και την ΑΓΕΤ Ηρακλής στην πρώτη γραμμή.

Εκπρόσωποι των κεφαλαιοκρατών μάλιστα συμμετείχαν από υπουργικές θέσεις στη δικτατορία. Ο Ανδρέας Χατζηκυριάκος για παράδειγμα, ιδιοκτήτης της ΑΓΕΤ Ηρακλής και Πρόεδρος του Συνδέσμου Ελλήνων Βιομηχάνων και Βιοτεχνών έγινε υπουργός Εθνικής Οικονομίας. Διάφορα στελέχη της Εθνικής Τράπεζας έγιναν επίσης υπουργοί.

Υπολογίζεται πως στη περίοδο της δικτατορίας, το ποσοστό του βιομηχανικού κέρδους έφτανε το 25%, ενώ το ποσοστό της υπεραξίας στον κλάδο της κλωστοϋφαντουργίας έφτανε στα 400%.

Στην έκδοση του υφυπουργείου Τύπου και Τουρισμού της δικτατορίας «Απολογισμός μιας διετίας» αναφέρονται τα εξής όσον αφορά τα οφέλη που προσέφερε η 4η Αυγούστου στους εφοπλιστές: «Οι εφοπλισταί, πεπεισμένοι επί την επιβολήν του νέου κράτους, ερρίφθησαν με όλας των τας δυνάμεις εις τον τραχύν αγώνα του διεθνούς ναυτιλιακού συναγωνισμού, προσφέροντας ολόκληρον τον ιδρώτα και τον κόπον των και διαθέτοντες τον τελευταίον οβολόν των υπέρ της αναπτύξεως της Ναυτιλίας μας, βέβαιοι όντες ότι κόπος, ίδρως και χρήμα θα επροστατεύετο από την εθνικήν κυβέρνησιν κατά τρόπον αποτελεσματικόν. Κατενόησαν, ευθύς αμέσως ότι οιονδήποτε «άνοιγμά των» δεν επρόκειτο να ανατραπή, ούτε από τας εσωτερικάς μας ανωμαλίας, ούτε από τας σπασμωδικότητας και την προσωρινότητα των κοινοβουλευτικών κυβερνήσεων. Ετσι, με ασφαλισμένα, θα ελέγομεν, τα νώτα, ερρίφθησαν προς τον διεθνή αγώνα των».

Πράγματι και σύμφωνα με στοιχεία που δίνουν η ίδιοι οι φασίστες της 4ης Αυγούστου, σε μόλις δύο χρόνια τα κέρδη των εφοπλιστών αυξήθηκαν κατά 100%!

Στην ίδια έκδοση, περιγράφεται πόσο «ευεργετική» για το Χρηματιστήριο Αθηνών ήταν η επιβολή της δικτατορίας: «Η Μεταβολή της 4ηςΑυγούστου εγένετο ενθουσιωδώς δεκτή εις το Χρηματιστήριον, όπου αμέσως ο ψυχολογικός παράγων εβελτιώθη και αι τιμαί έδειξαν σαφώς καλύτερας τάσεις εις όλας τας αξίας. Η αποκατάστασις ενός ομαλού ρυθμού εις την καθόλου οικονομικήν ζωήν της Χώρας, η τόνωσις του αισθήματος της ασφάλειας και της τάξεως και η γενική συναίσθησις της υπάρξεως ενός Κράτους σταθερώς κατευθυνομένου προς ωρισμένον σκοπόν, εμψυχώνουν τας συναλλαγάς, το δε μέχρι τούδε περίφοβον Κεφάλαιον εξέρχεται της κρύπτης του και αρχίζει να ενδιαφέρεται διά τας καλάς αξίας και κατά κύριον λόγον διά τας κρατικάς τοιαύτας».

Πάλι με στοιχεία της ίδιας της δικτατορίας, προκύπτει η μεγάλη αύξηση των τιμών των μετοχών σε ελάχιστο χρόνο. Το 1937 για παράδειγμα, η τιμή της μετοχής της «Εθνικής Τράπεζας» αυξήθηκε κατά 12%, της «Τράπεζας Αθηνών» κατά 37%, της «Ατλας» κατά 256,6% ενώ το «γενικόν, κατά μέσον όρον, ποσοστό αυξήσεως ανέρχεται εις 68,8%». Υπογραμμίζονταν επίσης, πως η αύξηση αυτή μέχρι τον Ιούνη του ’38 ήταν ακόμα μεγαλύτερη.

Η δικτατορία ενδυνάμωσε τις διασυνδέσεις του ελληνικού καπιταλισμού με το ξένο κεφάλαιο. Μια από τις πρώτες πράξεις της δικτατορίας ήταν να συμφωνήσει με τους δανειστές της χώρας (Αγγλικό τραπεζικό κεφάλαιο – Χάμπρο, κατά κύριο λόγο) την αύξηση του τοκοχρεολύσιου για τα έτη 1935-37 σε 40% από 30% που πλήρωναν οι προηγούμενες αστικές κυβερνήσεις, ενώ αργότερα, το 1940 το τοκοχρεολύσιο έφτασε στο 43%.

Αποκαλυπτικά επίσης για τα προνόμια που απολάμβανε το αγγλικό κεφάλαιο είναι όσα έγραφε ο Μεταξάς σε μια επιστολή του στον πρεσβευτή της Ελλάδας στο Λονδίνο: «Αι μόναι προνομιακαί επιχειρήσεις εν Ελλάδι είναι αι Αγγλικαί».

Ενα ακόμα από τα «εθνικά» κατορθώματα της 4ηςΑυγούστου, ήταν η παραχώρηση της εκμετάλλευσης των νερών του ποταμού Αχελώου στις αμερικάνικες εταιρείες Hugh Cooper and Co Inc και Chemical Construction Corporation. Η σύμβαση προσέφερε απίστευτα προνόμια στην εταιρεία που έφτιαξαν τα δυο αμερικάνικα μονοπώλια και θα διαρκούσε μέχρι τις 31.12.2010!! Μπορούσε μάλιστα να ανανεωθεί άλλα 25 χρόνια! Τελικά λόγω του πολέμου, η σύμβαση δεν πρόλαβε να εκτελεστεί.

Απ’ την πρώτη κιόλας νύχτα, η 4η Αυγούστου στράφηκε ενάντια στο λαό και το κίνημά του, και φυσικά ενάντια στην πρωτοπορία της εργατικής τάξης, το ΚΚΕ, με εκατοντάδες συλλήψεις. Ηταν μόνο η αρχή. Η 4η Αυγούστου εγκαθίδρυσε ένα κράτος άγριας ταξικής βίας, αστυνομοκρατίας και χαφιεδισμού, βασανιστηρίων, φυλακών και εξοριών. Χιλιάδες φυλακίστηκαν, εξορίστηκαν ανάμεσά τους πολλά στελέχη του ΚΚΕ και μεταξύ αυτών και ο Νίκος Ζαχαριάδης, ΓΓ της ΚΕ του.

Τότε ιδρύθηκε το κάτεργο της Ακροναυπλίας, ενώ ανάμεσα σ’ αυτούς που δολοφόνησε η 4η Αυγούστου ήταν ο Χρήστος Μαλτέζος, Γραμματέας της ΟΚΝΕ, ο Μήτσος Μαρουκάκης, δημοσιογράφος του «Ριζοσπάστη», ο Νίκος Βαλιανάτος, ο δάσκαλος Σταυρίδης.

Με την πολιτική της επίσης, παρά τις σχετικές διακηρύξεις για την πρόνοια για τις «ενδεείς τάξεις», δυνάμωσε την εκμετάλλευση, το χαράτσωμα του λαού.

Ακρως ενδεικτικά της ακραίας ταξικής ανισότητας και της φτώχειας του λαού είναι τα στοιχεία των εισοδημάτων κατά οικογένεια το 1938. 630.000 οικογένειες δηλαδή το 39% του πληθυσμού της χώρας είχαν ετήσιο εισόδημα 18.727 δραχμές. 632.768 οικογένειες, το 38,44% του πληθυσμού είχαν εισόδημα 36.275 δραχμές. Υπολογίζονταν δε πως για κάπως άνετη ζωή χρειάζονταν τουλάχιστον 60.000 δραχμές. Την ίδια ώρα που ο λαός ήταν σε εξαθλίωση, υπήρχαν μια χούφτα στην κυριολεξία οικογένειες, 900 όλες και όλες, το 0,05% του πληθυσμού που είχε ετήσιο εισόδημα 2.125.000 δραχμές!

Στα χρόνια της 4ης Αυγούστου, επιβλήθηκαν στο λαό περίπου 3 δισεκατομμύρια νέοι φόροι! Η ακρίβεια ήταν τόσο μεγάλη που ο Μεταξάς αναγκάστηκε να ανακοινώνει τη σύσταση Επιτροπής για την καταπολέμηση των αιτίων «που προκαλούν αδικαιολογήτως υπερτίμησιν ειδών πρώτης ανάγκης».

Ετσι οι όποιες αυξήσεις δόθηκαν εξανεμίστηκαν. Υπολογίζεται ότι ενώ μεταξύ 1935-1940, οι μισθοί αυξήθηκαν κατά 50%, η πραγματική αύξηση των αποδοχών των εργαζομένων δεν ξεπερνούσε το 5%. Οι υποχρεωτικές άλλωστε συλλογικές συμβάσεις, που η δικτατορία διαφήμιζε ως φιλεργατική πολιτική, ελάχιστα προσέφεραν στους εργαζομένους λόγω της αναστολής των συνδικαλιστικών ελευθεριών και της απαγόρευσης των απεργιών.

Στο στόχαστρο της 4ης Αυγούστου μπήκε ιδιαίτερα η νεολαία, την οποία προσπάθησε να εξαπονδρίσει και μυήσει στα σάπια «ιδεώδη» του φασισμού και του «Γ’ Ελληνικού Πολιτισμού» μέσω της ΕΟΝ. Την ώρα που το καθεστώς ξόδευε εκατομμύρια για τα κουστουμάκια, τις φιέστες και τους μισθούς των στελεχών της ΕΟΝ αύξησε τα διάφορα δίδακτρα και χαράτσια στην εκπαίδευση ενώ αυξανόταν κάθε χρόνο ο αριθμός των παιδιών που εγκατέλειπαν την εκπαίδευση, περιορίστηκε ο αριθμός των εισακτέων στα ανώτατα ιδρύματα, μειώθηκαν τα κονδύλια για την Παιδεία.

Η δικτατορία απ’ την αρχή ισχυρίστηκε πως θα αντιμετώπιζε τη διαφθορά των κομμάτων και τη φαυλοκρατία. Η αλήθεια είναι ότι και η ίδια υπήρξε καθεστώς σκανδάλων, διαφθοράς και φαυλοκρατίας. Και δε θα μπορούσε να ήταν διαφορετικά στο έδαφος του καπιταλισμού, που γεννά και θρέφει τέτοια φαινόμενα. Αξίζει να παραθέσουμε μερικά ενδεικτικά παραδείγματα από την «αντιμετώπιση» της διαφθοράς από τους φασίστες της 4ης Αυγούστου.

Πριν ακόμα τη δικτατορία, είχαν αποκαλυφθεί διάφορα σκάνδαλα στον Δήμο Αθηναίων, όταν Δήμαρχος ήταν ο Κ. Κοτζιάς. Προκειμένου, να μη διωχθεί ποινικά ο Κοτζιάς, ο Μεταξάς τον έκανε Υπουργό! Ο Μεταξάς επίσης διόρισε καθηγητές Πανεπιστημίου και τους δυο γαμπρούς του!

Μεγάλες ρεμούλες έγιναν και στη «ΓΣΕΕ», ενώ εκατομμύρια ξοδεύονταν και στους εργατοπατέρες. Τότε καθιερώθηκε και η σύνταξη των «συνδικαλιστών» – εργατοπατέρων.

Ισως, το μεγαλύτερο άντρο της διαφθοράς, ήταν το «καμάρι» του δικτάτορα, η φασιστική οργάνωση νεολαίας, η ΕΟΝ. Ως και τα δέματα για τους φαντάρους που πολεμούσαν στα βουνά της Πίνδου πουλούσαν και μοιράζονταν οι διάφοροι βαθμοφόροι της ΕΟΝ.

Τέλος, ο Ι. Διάκος, στενός συνεργάτης του Μεταξά, φεύγοντας από την Ελλάδα μετά την εισβολή των Γερμανών είχε αρπάξει μαζί του 805 χρυσές λίρες Αγγλίας, 147 χρυσά γαλλικά εικοσοφράγκα, πάνω από 2 κιλά χρυσό, 686 χρυσές λίρες Αγγλίας, 5.700 δολάρια, 100 λίρες Αιγύπτου και 15 εκατομμύρια δραχμές σε πεντοχίλιαρα!

Πηγη:http://ciaoant1.blogspot.gr/2013/08/4-1936.html


λέξεις κλειδιά:

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

κατηγορίες